Συϐαρῖτις

συϐήνη

συϐόσιον
συϐήνη mieux que συϐίνη, ης () [ῠῑ] étui, carquois, Ar. Th. 1197, 1215 ; Inscr. etc. ||
E Dans les inscr. att. συϐήνη, CIA. 1, 170, 19 (422/419 av. J.-C.) etc. ; v. Meisterh. p. 15, 7.